- λύδα
- ηεντομολ. γένος εντόμων τής οικογένειας lydidae.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Λυδάς — Λυδά̱ς , Λυδός a Lydian fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ιερουσαλήμ ή Ιεροσόλυμα — (εβρ. Yerushalayim, αραβ. Al Quds). Πόλη (622.091 κάτ. το 1997) του Ισραήλ. Βρίσκεται στο κεντρικό υψίπεδο της ιστορικής και γεωγραφικής περιοχής της Παλαιστίνης, στην ιστορική περιοχή της Ιουδαίας και σε υψόμετρο που ποικίλλει από περίπου 720 μ … Dictionary of Greek